Ειδική Επιτροπή επί του Απολογισμού και του Γενικού Ισολογισμού του Κράτους
Εισηγητής Πλειοψηφίας
Θεόδωρος Καράογλου:
Θα ήθελα ξεκινώντας να τονίσω πόσο σημαντική και σοβαρή είναι αυτή
η διαδικασία, η διαδικασία δηλαδή συζήτησης για την κύρωση ισολογισμού
και απολογισμού του Ελληνικού κράτους για το οικονομικό έτος 2005, η
οποία προβλέπεται από το Σύνταγμα καθώς και από το άρθρο 31Α του
Κανονισμού της Βουλής. Στην ουσία, είναι μία διαδικασία που αποτελεί τη
λογοδοσία της Κυβέρνησης για την οικονομική διαχείριση ενός πλήρους
έτους, για την εκτέλεση του Προϋπολογισμού σ' αυτό το έτος και για την
πορεία υλοποίησης των εσόδων, από τη μια πλευρά, αλλά και των δαπανών
από την άλλη.
Εισαγωγικά θέλω να θέσω τέσσερις παρατηρήσεις, έχοντας ήδη αποκτήσει
μία αρκετά σημαντική εμπειρία, γιατί είναι η τέταρτη χρονιά που
βρίσκομαι στην Επιτροπή αυτήν και συμμετέχω σε αυτήν τη διαδικασία,
παρατηρήσεις για τις οποίες και στο παρελθόν, αλλά φαντάζομαι και
σήμερα, θα υπάρχει συμφωνία. Άλλωστε αυτό διαπιστώθηκε με την
προκαταρκτική συζήτηση.
Πρώτον, είναι επιτακτική ανάγκη της ενίσχυσης των αρμοδιοτήτων,
αλλά και των ελεγκτικών μηχανισμών της συγκεκριμένης Επιτροπής, αν
θέλουμε πραγματικά να δουλέψει. Πιστεύουμε και θεωρούμε, ότι η Επιτροπή
αυτή, αν θέλουμε στην πραγματικότητα τη διαφάνεια και τον έλεγχο του
Κοινοβουλίου στην εκτέλεση του Προϋπολογισμού, θα πρέπει να έχει και τη
δυνατότητα προληπτικών ελέγχων κατά τη διάρκεια του τρέχοντος
Προϋπολογισμού, ανά τετράμηνο ή εξάμηνο, έτσι ώστε να μπορεί να
παρακολουθεί την πορεία υλοποίησής του συγκεκριμένου τρέχοντος
Προϋπολογισμού.
Δεύτερον, θα πρέπει να έχει εξειδικευμένο τεχνοκρατικό προσωπικό
- γιατί μπορεί κάποιοι να έχουμε τη σχετική επιστημονική και
επαγγελματική ιδιότητα, αλλά εννοείται ότι υπάρχουν και συνάδελφοι οι
οποίοι δεν την έχουν και θέλουν τη βοήθεια συγκεκριμένου τεχνοκρατικού
προσωπικού - και βέβαια μια στοιχειώδη γραμματειακή υποστήριξη, κάτι
που είναι απαραίτητο για την εύρυθμη λειτουργία της Επιτροπής.
Τρίτη παρατήρησή μου είναι η ταχύτερη διαδικασία της κύρωσης.
Σήμερα ερχόμαστε με καθυστέρηση δυο ετών, για να συζητήσουμε για την
διαδικασία κύρωσης ενός Απολογισμού - Ισολογισμού ενός Οικονομικού
έτους και αυτό γίνεται γιατί το Γενικό Λογιστήριο τελειώνει τη
διαδικασία ελέγχου και κλείνει τον Απολογισμό και Ισολογισμό ενός έτους
τον Σεπτέμβριο του επόμενου έτους, πάει στο Υπουργείο Οικονομικών, από
το οποίο στέλνεται στο Ελεγκτικό Συνέδριο, το οποίο έχει προθεσμία ενός
μηνός για να ελέγξει όλες αυτές τις διαδικασίες που έχουν γίνει από το
Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και στη συνέχεια, γυρίζει. Δυστυχώς, δεν
προβλέπεται να γίνεται συζήτηση εντός του ιδίου έτους, γιατί υπάρχει
δυνατότητα να ολοκληρωθεί η διαδικασία συζήτησης στην Επιτροπή και στην
Ολομέλεια, αλλά συνήθως πάει μετά από 7 μήνες η συζήτηση στην Επιτροπή
και στα τέλη του μεθεπόμενου έτους η συζήτηση στην Ολομέλεια.
Θεωρώ, λοιπόν, ότι, με αυτόν τον τρόπο δημιουργούνται προβλήματα,
όπως είχαμε, για παράδειγμα προβλήματα στον Ισολογισμό και Απολογισμό
του οικονομικού έτους 2002, τον οποίο συζητούσαμε το 2004 και έπρεπε
εμείς οι Βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας να υπερασπίσουμε και να
στηρίξουμε τον Ισολογισμό και Απολογισμό της Κυβέρνησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
που είχε γίνει το 2002. Θεωρώ, λοιπόν, ότι εντός ενός έτους το
αργότερο, δηλαδή μέσα στον επόμενο χρόνο, θα πρέπει να κυρώνεται ο
Ισολογισμός και Απολογισμός του προηγούμενου έτους.
Τέλος, ένα τέταρτο ζήτημα, πάρα πολύ σημαντικό, είναι το περίφημο
θέμα των ειδικών λογαριασμών. Έγινε πέρυσι μια πολύ καλή προσπάθεια από
πλευράς του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών και μειώθηκε ο
αριθμός αυτών των ειδικών λογαριασμών που είναι εκτός Προϋπολογισμού.
Φέτος εξαγγέλθηκε ότι θα προχωρήσουμε στην ενσωμάτωσή τους εντός του
Προϋπολογισμού. Θεωρώ ότι αυτό είναι μια πάρα πολύ θετική ενέργεια.
Είναι ένα πάρα πολύ σοβαρό ζήτημα που θα πρέπει να μας απασχολήσει. Θα
πρέπει όλα τα κονδύλια τα οποία διακινούνται από το ελληνικό Κράτος να
είναι εντός του Προϋπολογισμού, για να υπάρχει ένας ουσιαστικός έλεγχος
από πλευράς του Κοινοβουλίου για να υπάρχει έτσι απόλυτη διαφάνεια στην
οικονομική λειτουργία της εκάστοτε κυβέρνησης.
Ερχόμενος στην ουσία της συζήτησης και επί του θέματος, θέλω να
πω ότι αυτός είναι ένας "καθαρός" Ισολογισμός - Απολογισμός της νέας
διακυβέρνησης της χώρας, της Κυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή. Ο
προηγούμενος Ισολογισμός - Απολογισμός του Οικονομικού Έτους του 2004,
ήταν ένας "περίεργος" Ισολογισμός - Απολογισμός, γιατί βασιζόταν σε
Προϋπολογισμό που είχε γίνει το 2003 από τις προηγούμενες κυβερνήσεις
του ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Ήταν ένας Προϋπολογισμός που, απ' ότι αποδείξαμε στη
συζήτηση αυτή, «έβριθε» από δημιουργική λογιστική, είχε μια σειρά
ανακριβέστατων και ψευδέστατων αριθμών, μόνο και μόνο γιατί στις αρχές
του 2004 είχαμε εκλογές, οπότε ο Προϋπολογισμός έπρεπε να δείχνει όσο
πιο «όμορφος» γινόταν. Αυτός όμως ο Προϋπολογισμός δεν έχει καμία
τέτοια σκοπιμότητα. Ο Προϋπολογισμός του 2005 είναι ένας Προϋπολογισμός
ειλικρίνειας και ο Απολογισμός και Ισολογισμός εννοείται ότι,
βασισμένος σε έναν Προϋπολογισμό που έχει πραγματικά αληθινά στοιχεία,
δεν έχει σημαντικές αποκλίσεις.
Παράλληλα ήταν η πρώτη, στην κυριολεξία, - η δεύτερη χρονικά,
αλλά μετά την μεσολάβηση των Ολυμπιακών Αγώνων - χρονιά της εφαρμογής
μια συγκεκριμένης -και απ' ότι αποδείχθηκε εκ του αποτελέσματος -
πετυχημένης οικονομικής πολιτικής από την Κυβέρνηση του Κώστα
Καραμανλή, της πολιτικής της ήπιας δημοσιονομικής προσαρμογής, μιας
συνειδητής και πολύ μεγάλης προσπάθειας για τον περιορισμό των
ελλειμμάτων, για τον περιορισμό του δημοσίου χρέους, για την δημιουργία
και την παροχή κινήτρων, έτσι ώστε να αυξηθούν όσο περισσότερο γίνεται
οι επενδύσεις - πράγμα που σημαίνει και γενικότερη αντιμετώπιση του
προβλήματος της ανεργίας - και μια σειρά άλλων ζητημάτων, τα οποία
προσπάθησε να αντιμετωπίσει η Κυβέρνηση από το 2004 και μετά.
Ερχόμενος, λοιπόν, στο συγκεκριμένο Ισολογισμό και Απολογισμό, θα
πω ότι ο Προϋπολογισμός, σε ό,τι αφορά τα τακτικά έσοδα προέβλεπε 17
περίπου δισ. έσοδα και οι εισπράξεις ήταν περίπου 17.100.000.000,
δηλαδή, λίγο περισσότερο από τα προϋπολογισθέντα. Σε σχέση δε με το
2004, υπάρχει μια αύξηση των άμεσων φόρων κατά 13,25%, από
15.085.000.000 πήγαμε περίπου στα 17.100.000.000, ένδειξη και απόδειξη
ότι λειτούργησαν σωστά οι φοροεισπρακτικοί και φοροελεγκτικοί
μηχανισμοί και υπήρξε μια σωστότερη απόδοση των άμεσων φόρων. Υπήρξε
μια πολύ μικρή αύξηση των έμμεσων φόρων, μια που προβλεπόταν
24.315.000.000 και τελικά εισπράχθηκαν 22.475.000.000 και σε σχέση με
το 2004 είχαμε μια πολύ μικρή αύξηση του 3,96%. Αυτό σημαίνει,
πρακτικά, ότι ένας μύθος από αυτούς που καλλιεργούσαν οι αγαπητοί
συνάδελφοι του ΠΑ.ΣΟ.Κ. καταρρίπτεται, ότι δηλαδή «αυξήθηκαν οι έμμεσοι
φόροι και ότι αυτό είναι άδικο, γιατί γνωρίζουμε όλοι, ότι οι έμμεσοι
φόροι ότι είναι κοινωνικά άδικοι μια που πλήττουν φτωχούς και πλουσίους
το ίδιο κ.λπ.». Αποδεικνύεται, εκ του αποτελέσματος του Ισολογισμού και
Απολογισμού του 2005, ότι οι άμεσοι φόροι ήταν αυτοί οι οποίοι ανέβηκαν
αρκετά περισσότερο, ενώ η αύξηση των έμμεσων φόρων ήταν πολύ
περιορισμένη, της τάξεως του 3,96%.
Στο σύνολο των εσόδων του Προϋπολογισμού είχαμε προβλέψεις για
81.610.000.000 και τελικά εισπράχθηκαν 90.437.198.000 ευρώ. Η διαφορά
περίπου των 9 δισ. οφείλεται σε πιστωτικά έσοδα, που αναγκάστηκε να
δανειστεί περισσότερα το Κράτος, για να καλύψει δαπάνες από παλαιότερες
χρήσεις και, ειδικότερα, να καλύψει τα πάρα πολύ μεγάλα ανοίγματα που
υπήρχαν σε ότι αφορά τα χρέη των νοσοκομείων.
Σε σχέση με τις δαπάνες, οι προβλέψεις του τακτικού Προϋπολογισμού
ήταν για 73.560.000.000 και τελικά οι πληρωμές ανήλθαν στα
82.929.000.000. Οι δημόσιες επενδύσεις ήταν λίγο μικρότερες από τις
προβλεπόμενες. Είχαμε πρόβλεψη 8.050.000.000 και τελικά οι πληρωμές
ανήλθαν στα 7,5 περίπου δισ. και στο γενικό σύνολο είχαμε προβλέψεις
81.610.000.000 και οι πληρωμές ανήλθαν στο ποσό των 90.437.000.000
ευρώ. Είναι ισοσκελισμένος, δηλαδή, ο Απολογισμός, όπως και ο
Ισολογισμός. Το ελληνικό Δημόσιο αναγκάστηκε να δανειστεί επί πλέον 9
δισ. από αυτά που προβλεπόταν, απλά και μόνο γιατί όφειλε να
αντιμετωπίσει τις πολύ αυξημένες απαιτήσεις, κυρίως από χρέη
παρελθουσών χρήσεων. Να πούμε επίσης ότι μέσα στα περίπου 90 δισ. που
έγιναν πληρωμές στο οικονομικό έτος 2005, από αυτά τα 35 δισ.
οφείλονται σε τόκους και σε χρεολύσια δανείων που είχαν αναληφθεί στο
παρελθόν. Περίπου 25 δισ. είναι τα χρεολύσια που πληρώσαμε από αυτά τα
90 δισ. και άλλα 10 δισ. ευρώ είναι οι τόκοι που, βεβαίως, οφείλονται
όλα στις προηγούμενες κυβερνήσεις του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και στα «δανεικά και
αγύριστα» που αναγκαζόμαστε σταδιακά να εξοφλούμε.
Κλείνοντας, λέγοντας ότι η διαχείριση του Ισολογισμού και
Απολογισμού του ελληνικού Κράτους για το 2005 ήταν νοικοκυρεμένη,
σοβαρή, συνετή, διάφανη και ξεκάθαρη. Πιστεύω ότι, κρίνοντας
αντικειμενικά οι συνάδελφοι, θα διαπιστώσουν ότι έγινε μια πολύ μεγάλη
προσπάθεια για το νοικοκύρεμα του ελληνικού Κράτους και της Οικονομίας,
σε σχέση με εκείνη τη χρονική περίοδο, μια προσπάθεια που έφερε
συγκεκριμένους καρπούς. Θυμίζω ότι το 2005 έκλεισε με μείωση του
ελλείμματος από το 7,9% που ήταν στις 31/12/2004, στο 4,5% το 2005 και
βέβαια ξέρουμε ότι στις 31/12/2006 μειώθηκε ακόμα περισσότερο στο 2,6%.
Θυμίζω ότι και το δημόσιο χρέος, ως προς το ποσοστό του Α.Ε.Π., το 2005
μειώθηκε αρκετά σε σχέση με το 2004. Γι' αυτό το λόγο και προτείνω να
αρθούν όλοι οι συνάδελφοι στο ύψος των περιστάσεων και να εγκρίνουν τον
Απολογισμό και Ισολογισμό του Κράτους του Οικονομικού Έτους του 2005,
αφήνοντας κατά μέρος την μικροπολιτική και τις "κορώνες» που μπορούν
ίσως σε άλλες περιπτώσεις να χρησιμοποιήσουν, αλλά σίγουρα δεν
ταιριάζει στην περίπτωση αυτή.